Τάδε έφη Ξενοφίλιος

    Κάποτε γράφω συνειδητά τζιαι κάποτε σπουρτούν οι λέξεις που το στόμα μου τζι εν προκάμνω να τες συνάξω. Τζιαι για μια στιγμή φαίνουνται μου καλές, τζιαι ώριμες, τζιαι καλοψημένες. Τζι ύστερα πατώ το ευλοημένο το publish τζιαι καταλάβω ότι έφκαλα τες που το φούρνο της κκελλές μου ωμές τζιαι λασπωμένες, τζιαι κόφκεται η ανάσα μου τζιαι βουρώ να τα συνάξω, άμπα τζιαι προλάβει κανένας τζιαι δακκάσει τζιαι κορτατζιάσει με τούτα που θκιαβάζει. Άλλες φορές προσπαθώ να με πείσω πως εν εντάξει να θκιεβάζουν αθθρώποι ξένοι, μα που σε ξέρουν καλά -ξέρετε ποιοί είσατε-, τα σσώψυχα σου. Τζιαι κάποιες φορές, πιό σπάνια, τζιαι IRL γνωστοί σου.

    Η τελευταία φορά που έκαμα τέθκοιο λεξο-μπάρμπεκιου ήταν στες εννιά του Μάρτη το 2012. 11 ολόκληρα χρόνια πριν. Πνιμένος μες το συναίσθημα, μες τες ορμόνες, τες αδικίες της ζωής. Τζιείνο το πράμα που εν σε χωρεί το πετσί σου. Αν το επέρασες ποττέ ξέρεις για ήντα πράμα μιλώ. Αν όι, ζηλεύκω σε... Τέλοσπαντων, στο μακρινό 2012 είχαμε έναν ωραίο community στημένο δα’μέσα. Κάποιοι εφύετε τζι ερίξετε μαύρες πέτρες πίσω σας (όπως εγώ), άλλοι εμείνετε μες το σπιτούι σας πεισμωμένοι, σαν κάτι γιαπωνέζες κοτζιάκαρες που αρνούνται να φύουν που έσσω τους τζιαι χτίζουν 8 λωρίδες highway γυρώ-γυρώ που το χαλαμαντουρούι τους τζι εν μπορούν να παν πλέον ούτε supermarket χωρίς ελικόπτερο. Τιμή σας!

    Έκατσα προψές τζιαι θκιέβασα ούλλο το μπλογκ, ξεκάθαρα cringe, αλλά κυρίως για τα κκόμεντς. Αθθυμήθηκα ήνταλως ήταν να γράφεις δα'μέσα την κάθε πελλάρα που εκατέβαινε της τζιεφαλής σου τζιαι οι υπόλοιποι της ψηφιακής γειτονιάς να σε αντιμετωπίζουν σαν να μεν έσιεις 47 ψυχολογικά ταυτόχρονα τζιαι να σου συμπαραστέκουνται, να σε συμπονούν τζιαι να σου λαλούν λόγια παρηορκάς. Τούτον εν κάτι που λείπει που την εποχή των βίτεο των 15 δευτερολέπτων∙ εν κάτι που ΜΟΥ λείπει.

    Γι’αυτόν εστράφηκα πίσω στο χαλαμαντουρούι μου. Έξισκόνησα το, εκαθάρισα το, επάντησα τους κάττους (ΠΠΙΙΙΣΣΣΙΙΙ ΡΕ ΠΟΥ ΔΑΜΑΙ, παλιο-σπαμ-μπότ) τζι εξιχόρτησα την αυλή. Τζιαι ύστερα έχτισα το τούτο δίπλα. Το χαλαμαντουρούιν εν σαν την εκκλησιά την βυζαντινή του χωρκού, εν την σύρνεις κάτω για να κάμεις τζινούρκαν. Αφήννεις την τζιαι προσέχεις την τζιαι κάμνεις τζινούρκαν νάκκον πάρατζιει στην αυλή. Με έαρκοντισια. Τζιαι χρεώνεις τους πελλούς που παν τζιαι παντρέφκουνται 100 ευρώ το έναν για να τα άψεις για μιαν ώρα. Τέλοσπαντων, να μεν ξωμακρύνουμεν.

    Δα’μέσα εν θα εύρεις νταλκάες μεγάλους -εν μετανοιώνω τίποτε α, μεν σαλαβατάτε-, ούτε μαράζια τζιαι καημούς τζιαι έρωτες ανεκπλήρωτους. Δαμαί θα εύρεις σκέψεις τζιαι προβληματισμούς, όι απαραίτητα ώριμα τζιαι μεστά αλλά όπως τα βιώνω στην απομόνωση μου σε χώρα φιλόξενην αλλά ξένην. Χάριν της νοσταλγίας μου για το community (που εν έρκεται τζιαμαί που ήταν ούτε με θυσία στον Βελζεβούλ) αλλά τζιαι για να βάλω λλίο τες σκέψεις μου σε έναν είδος οργανωμένου αρχείου. Έκαμα διάφορα για να κρατήσω το sanity μου τζιαι την ψυχική μου υγεία στον χρόνο που επέρασε που την τελευταία μας συνάντηση, το να πάω πίσω σε πραχτικές 2010s εν το πιό λλίο νομίζω...

 

- ḤAWE




Comments

Popular posts from this blog

Σπουδή στο Ανήκειν

Άλλωσπως Πλάσμαν

Η τέντα